μεταρρύθμιση του σχολείου

Ο πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Διαλόγου για την παιδεία, Αντώνης Λιάκος,  παρουσιάζει προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του σχολείου

Αναδημοσίευση της συνέντευξης από ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, 30/4/2016

Αυτό που δηλώνει ο καθηγητής κ. Αντώνης Λιάκος, πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, καταθέτοντας τις προτάσεις των υποεπιτροπών είναι ότι αυτή η μεταρρύθμιση πρέπει να γίνει «μεταρρύθμιση όλων των πολιτών». Και όλων των πολιτικών. Σε αυτό το πλαίσιο προτείνει προγράμματα εθελοντικής προσφοράς για τους μαθητές του Λυκείου, αναπροσαρμογή του ωρολόγιου προγράμματος με λιγότερα διαλείμματα, λιγότερα μαθήματα κάθε ημέρα και ελαφρότερη σχολική τσάντα, ερευνητικές εργασίες αντί εξετάσεων, περιγραφική αξιολόγηση αντί βαθμών, προσαρμογή των σχολείων στις τοπικές συνθήκες, εισαγωγή στα ΑΕΙ με ισχυρό απολυτήριο ενός ανανεωμένου διετούς λυκείου με ερευνητικές εργασίες και επιλογές μαθημάτων, εξετάσεις προτεραιότητας (προς το παρόν μόνο για τις σχολές υψηλές ζήτησης) και τετραετές γυμνάσιο για ολοκληρωμένες εγκύκλιες γνώσεις.

«Εσείς γιατί σπουδάσατε;» τον ρωτάω αιφνιδιαστικά έπειτα από αναφορά μας στο εκπαιδευτικό κίνημα που έχει αναπτυχθεί στις ΗΠΑ για να ανακαλύψουν ξανά οι νέοι το κριτήριο της αλληλεγγύης, απέναντι σε εκείνο των χρημάτων και της «επαγγελματικής αποκατάστασης» που στοιχειώνει τους νεανικούς εγκεφάλους παγκοσμίως.

Αφού χαμογελάει σκεφτικός απαντάει: «Για να είμαι ειλικρινής, μικρός ήθελα γίνω αγγειοπλάστης. Πήγαινα μάλιστα σε μια σχολή αγγειοπλαστικής και ήθελα να συνεχίσω στο εξωτερικό. Ομως αγαπούσα τη Φιλοσοφία και την Ιστορία…». Το μεγάλο ταξίδι για τη γνώση, πράγματι, ξεκινάει πάντα από έναν καλό εκπαιδευτικό. Ενα καλό βιβλίο. Ενα σχολείο που διοικείται από οραματιστές.

Ο κ. Λιάκος περιγράφει ως την πιο τραυματική ανάμνηση του πρώτου έτους του στο σχολείο την ημέρα που ο Μακάριος επισκέφθηκε γείτονες των γονιών του και όταν τον πήγαν να τον ευλογήσει, εκείνος του είπε σοβαρά: «Γράψε μου το Σίγμα κεφαλαίο»… Δείγμα λάθους παιδαγωγικής μεθόδου;

Στη συνέντευξη που έδωσε στο «Βήμα» παρουσιάζει αναλυτικά τους νέους σχεδιασμούς.

Ποια λέξη σάς έρχεται πρώτη στο μυαλό όταν σας ρωτούν τι χρειάζεται η εκπαίδευση;

«Μία από τις λέξεις-κλειδιά είναι η ενδυνάμωση. Η ενδυνάμωση του δασκάλου και του μαθητή. Ως τώρα η εκπαίδευση είχε χαρακτήρα παθητικής αποτύπωσης. Το υπουργείο Παιδείας βγάζει το αναλυτικό πρόγραμμα, τα σχολεία το εφαρμόζουν, οι σχολικοί σύμβουλοι ελέγχουν πώς εφαρμόζεται. Ο δάσκαλος και ο μαθητής; Παθητικοί αποδέκτες. Πρέπει λοιπόν τώρα να γίνουν ενεργητικοί συνδιαμορφωτές του προγράμματος».

Και πώς θα το καταφέρετε αυτό;

«Λιγότερος όγκος και βάρος πληροφοριών. Λιγότερη πίεση που κατακλύζει από παντού το παιδί και το αναγκάζει να μάθει. Δεν είναι ακριβώς γνώση αυτό που παίρνει ένα παιδί σήμερα, είναι καταιγισμός. Πρέπει λοιπόν να μετατρέψουμε τη σχολική διαδικασία σε μια διαδικασία ερευνητική, δίνοντας στα παιδιά δυνατότητα αυτενέργειας. Αυτό απαιτεί κυρίως εκπαίδευση των εκπαιδευτικών και διαρκή επιμόρφωση. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να πάρουν στα χέρια τους το σχολείο. Να κάνουν εβδομαδιαίες παιδαγωγικές συναντήσεις. Να συνεργάζονται μεταξύ τους στην τάξη, να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων».

Μιλάτε για ένα «ανοικτό» σχολείο. Το οποίο επιχειρήθηκε ανεπιτυχώς και στο παρελθόν. Πώς θα γίνει αυτό όμως σε μια χώρα με σχολεία ασφυκτικά συνδεδεμένα με το κράτος;

«Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η εκπαίδευση στο σύνολό της είναι διασωληνωμένη με το κράτος. Ακόμη και αν πάρουν πρωτοβουλίες οι εκπαιδευτικοί, το κάνουν παραβιάζοντας τους κανονισμούς. Η ενδυνάμωση του σχολείου αφορά την αυτονομία του σχολείου. Αυτό απαιτεί υπευθυνότητα από τον σύλλογο των διδασκόντων. Κάθε σχολείο πρέπει να επεξεργαστεί τον εσωτερικό κανονισμό της λειτουργίας του, εκπαιδευτικούς στόχους, σχέδιο».

Αυτό μου θυμίζει τους εσωτερικούς κανονισμούς των ΑΕΙ, που όμως ακόμη δεν έχουν προχωρήσει.

«Ακριβώς. Ολοι οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί πρέπει να έχουν εσωτερικό κανονισμό της λειτουργίας τους. Υπευθυνότητα και ελευθερία πάνε μαζί».

Πώς μπορούν τα σχολεία θα απελευθερωθούν από το κράτος; Βρίσκετε ότι πρέπει να συνδεθούν με τις τοπικές αρχές;

«Ναι, ωστόσο οι δήμοι δεν είναι ακόμη έτοιμοι οικονομικά και θεσμικά για αυτή τη σύνδεση. Θα πρέπει όμως πολιτισμικές δραστηριότητες του δήμου να φτάνουν στα σχολεία. Βέβαια υπάρχει κίνδυνος, όπως στην Αμερική, να υπάρχουν πλούσια σχολεία σε πλούσιους δήμους και φτωχά σε φτωχούς. Αλλά εδώ χρειάζονται ενισχυτικές δράσεις ώστε σε φτωχές περιοχές να έχεις μεγαλύτερη μεταφορά οικονομικών και πολιτισμικών πόρων. Υποστηρίζουμε τη δημιουργία ενός δικτύου πολύ καλών σχολείων σε αυτές τις φτωχές περιοχές, ιδίως των πόλεων όπου επισωρεύονται κοινωνικά προβλήματα. Στις σχολικές επιδόσεις η Αθήνα είναι κομμένη στα τέσσερα. Η δυτική Αθήνα έχει τα φτωχότερα εκπαιδευτικά αποτελέσματα, μαζί με ορεινούς νομούς (Ροδόπη) αλλά και νησιά (Ζάκυνθος) όπου λόγω τουρισμού βγάζουν τα παιδιά νωρίς από το σχολείο. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Το πρόγραμμα της εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι ενιαίο και συγκεντρωτικά προβλεπόμενο χωρίς να λογαριάζει τοπικές διαφοροποιήσεις και προβλήματα. Εδώ επιβάλλεται να δώσεις κάποιον λόγο και ρόλο στον σχεδιασμό στις τοπικές αρχές και στους φορείς».

Να θυμίσω εδώ τα πειραματικά σχολεία. Δεν θα ήταν ένας φάρος σε αντίστοιχες περιπτώσεις;

«Μα φυσικά. Να δώσουμε ακόμη τη δυνατότητα σε ομάδες εκπαιδευτικών να εντάξουν το σχολείο τους στα πειραματικά. Αν πείσουν ότι μπορούν να το κάνουν, σε συνεργασία λ.χ. με πανεπιστήμια ή ερευνητικά κέντρα. Επίσης πρέπει να λογαριάσουμε σοβαρά την εμπλοκή των γονέων. Οπου υπήρξαν σχολές γονέων για παράδειγμα, υπήρξε θεαματική άνοδος της σχολικής απόδοσης. Τους έμαθαν πώς να διαβάζουν τα παιδιά τους. Τους εμφύσησαν παιδαγωγικά ιδεώδη».

Οπότε αριστεία για τον ανταγωνισμό ή αριστεία με στόχο την αγάπη για την επιστήμη;

«Η αριστεία πρέπει να συνδυάζεται με το περιεχόμενο. Αριστεία ως προς τι; Εχουμε διαφορετικούς τύπους αριστείας, όπως έχουμε διαφορετικούς τύπους ευφυΐας. Επεξεργαζόμαστε ένα εθνικό πλαίσιο εκπαίδευσης. Τι μαθητή θέλουμε; Τι καθηγητή θέλουμε; Τι θέλουμε να ξέρει; Τι αξίες να έχει; Αυτό το πλαίσιο θα μας επιτρέψει αφενός να μην είμαστε προσκολλημένοι στο αναλυτικό πρόγραμμα, αλλά να αναστοχαζόμαστε τα προγράμματα και τη σχολική πράξη, να αποτιμούμε το σχολείο, την τάξη, τον εκπαιδευτικό και τον μαθητή. Η λογική της αριστείας και της αξιολόγησης δεν είναι ο ένας μαθητής που παραγκωνίζει τον άλλον, ο ένας εκπαιδευτικός που παραγκωνίζει τον συνάδελφό του».

Πώς σκέφτεστε ότι μπορεί να λειτουργήσει ένα αποκεντρωμένο σχολείο;

«Κατ‘ αρχήν, η μεταρρύθμιση αυτή γίνεται σε έναν εκπαιδευτικό χώρο που λειτουργεί με στέρηση. Η δημόσια εκπαίδευση έχει χάσει σε αυτό το διάστημα της κρίσης το 35% των πόρων της. Είναι αρχή μας η υπεράσπιση της δημόσιας εκπαίδευσης, αλλά αν δεν μεταρρυθμιστεί θα χαθεί. Μετάβαση στην ψηφιακή εκπαίδευση δεν σημαίνει μόνο χρησιμοποίηση άλλων εργαλείων. Αλλάζει τη θέση του σχολείου, τον σχολικό χρόνο, τη σχέση παιδιών, δασκάλων, γονέων. Είναι επιστημολογική. Μεταβάλλει τη σχολική γνώση σε σχέση με τις ευρύτερες πηγές γνώσης. Αλλαγές καταιγιστικές. Επομένως το σχολείο πρέπει να ανταποκριθεί».

Στην Ελλάδα χρησιμοποιούμε κυρίως τη μετωπική διδασκαλία στα σχολεία, με τον δάσκαλο στην έδρα και όλα τα παιδιά από κάτω. Πιστεύετε ότι αυτό είναι ένα μοντέλο παρωχημένο;

«Ναι, η έννοια της συνεργασίας ανάμεσα στις ειδικότητες και η εμπλοκή των παιδιών στην έρευνα αντικειμένων μέσα από τα οποία μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν είναι η κατεύθυνση της σύγχρονης παιδαγωγικής. Σταδιακά θα πετύχουμε αυτόν τον στόχο μέσω της εκπαίδευσης καθηγητών, αλλά και της αλλαγής του ημερήσιου προγράμματος του σχολείου. Να αλλάξει η στίξη του σχολείου. Αντί 6-7 μαθήματα σε 45λεπτα, δύο ή τρία αντικείμενα σε δίωρα. Περιθώριο για ερευνητικές εργασίες. Λιγότερα τεστ και αντικατάσταση της βαθμολογίας ως και στο γυμνάσιο με περιγραφική αξιολόγηση του μαθητή».

Πόση απόσταση υπάρχει όμως από τη διατύπωση αυτών των προτάσεων ως την εφαρμογή τους;

«Ο μηχανισμός της εκπαίδευσης είναι συντηρητικός. Πολλές φορές μια καλή ιδέα, καθώς περνάει μέσα από τους μηχανισμούς της εκπαίδευσης, από τα πάνω προς τα κάτω, αφυδατώνεται. Ο σχολαστικισμός είναι η αρρώστια του σχολείου. Χρειάζεται ένας ανεξάρτητος οργανισμός που θα μπορεί να παρακολουθεί τις μεταρρυθμίσεις, να διορθώνει αποκλίσεις ή λάθη, να προτείνει καινούργιες. Οι μεταρρυθμίσεις δεν γίνονται άπαξ. Πρέπει να είναι μια διαρκής διαδικασία».

Στις προτάσεις σας, αναφέρεστε σε τετραετές Γυμνάσιο και διετές Λύκειο…

«Η καρδιά των μεταρρυθμίσεων, εκτός από τη μεταμόρφωση της μαθησιακής κουλτούρας στην υποχρεωτική εκπαίδευση, θα πρέπει να είναι η αλλαγή του συστήματος των εξετάσεων και ο καινούργιος τύπος Λυκείου. Το σημερινό τριετές Λύκειο ακυρώνεται από τις πανελλαδικές εξετάσεις. Το σημερινό τριετές Γυμνάσιο δεν επαρκεί για να διαμορφώσει την πρώτη επιστημονική, ιστορική και φιλοσοφική συνείδηση των μαθητών. Επομένως, τετραετές Γυμνάσιο και διετές Λύκειο».

Το Λύκειο θα λειτουργεί δηλαδή ως διετές προπαρασκευαστικό πρόγραμμα του αντίστοιχου πανεπιστημιακού τμήματος που διαλέγει κάθε μαθητής;

«Το Λύκειο θα δίνει στα παιδιά τη δυνατότητα να κάνουν εργασίες, να προσανατολίζονται προς τη μετέπειτα δουλειά τους, να προσφέρουν εθελοντική δουλειά. Χρειάζεται να μπορεί να κάνει το ίδιο το Λύκειο έγκυρες εξετάσεις. Να δίνει ένα αξιόπιστο απολυτήριο, και σε μια προοπτική μερικών χρόνων να επαρκεί αυτό για το Πανεπιστήμιο. Ενα αξιόπιστο απολυτήριο που δεν θα βασίζεται σε μια εξέταση άπαξ, αλλά σε ένα σύνολο διαδικασιών και σύνθετων κριτηρίων».

Πώς βλέπετε τον νέο εξεταστικό «χάρτη» για την εισαγωγή στα ανώτατα ιδρύματα της χώρας;

«Οι εξετάσεις πρέπει να περιοριστούν εκεί όπου απαιτούνται κάποιες ειδικές δεξιότητες και εκεί όπου οι υποψήφιοι είναι περισσότεροι από τις προσφερόμενες θέσεις. Στις λίγες σχολές υψηλού ανταγωνισμού. Αν δώσουμε στα παιδιά τη δυνατότητα να „κυκλοφορούν“ μέσα στις σχολές, τη δυνατότητα συνδυαστικών πτυχίων, πτυχίων πρώτης και δεύτερης ειδικότητας, θα αλλάξουμε την εικόνα. Τα παιδιά δεν θα συνθλίβονται σε προγράμματα που δεν τα ενδιαφέρουν. Πρέπει να αγαπούν αυτό που θέλουν να σπουδάσουν και να μην είναι λ.χ. η τέταρτη ή πέμπτη επιλογή τους».

Γιατί δεν προχωρούν εκτεταμένα προγράμματα προπτυχιακών προγραμμάτων στα αγγλικά στην Ελλάδα;

«Τα ελληνικά πανεπιστήμια πρέπει να κάνουν ξενόγλωσσα προγράμματα. Οχι προγράμματα „λάντζας“, δηλ. φτηνά και κοινότοπα, αλλά όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα και πρωτοτυπία. Λ.χ. Κλασικό πολιτισμό, Αρχαιολογία – Ιστορία, αλλά όχι μόνο».

Και μια προσωπική ερώτηση. Εσείς γιατί σπουδάσατε;

«Καλή ερώτηση. Είχα δίλημμα. Μου άρεσε η αγγειοπλαστική, φοιτούσα και σε σχολή στο Μαρούσι. Οταν τελείωσα το τότε γυμνάσιο, προβληματιζόμουν αν θα συνέχιζα στο εξωτερικό ή αν θα έδινα εξετάσεις στο πανεπιστήμιο. Με κέρδισαν η Φιλοσοφία και η Ιστορία. Και μάλιστα το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης λόγω δημοτικισμού».

Ο διάλογος αυτός γίνεται μόνο για την κυβέρνηση;

«Είναι ανταπόκριση στα προβλήματα που έχει η εκπαίδευση και η χώρα. Θα δημοσιοποιήσουμε τα πορίσματα, με μορφή γενικών κατευθύνσεων, τέλη Μαΐου. Θα τα παραδώσουμε στην κυβέρνηση αλλά και στην κοινωνία».

Απευθύνεται δηλαδή σε όλους τους πολιτικούς χώρους;

«Στην κοινωνία συνολικά. Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια συνείδηση προοδευτικής μεταρρύθμισης και ένα κίνημα που θα την υπερασπίσει».

Σας ενοχλεί που ενώ γίνεται διάλογος, το υπουργείο Παιδείας περνάει διάφορες διατάξεις για την εκπαίδευση ή και νομοσχέδια που αφορούν θέματα του διαλόγου;
«Αν αφορούν ζητήματα τρέχουσας λειτουργίας και δηλώνονται ως μεταβατικές, σε αυτή την περίπτωση, πράγματι, δεν μπορεί να περιμένει τον διάλογο να τελειώσει».

Schreibe einen Kommentar

Deine E-Mail-Adresse wird nicht veröffentlicht. Erforderliche Felder sind mit * markiert